- υπερατλαντικό
- okyanus aşırı
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
υπερατλαντικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που βρίσκεται πέρα από τον Ατλαντικό, στην άλλη ακτή τού Ατλαντικού («οι υπερατλαντικοί μας εταίροι») 2. ο σχετικός με τον διάπλου τού Ατλαντικού ωκεανού («υπερατλαντικά δρομολόγια») 3. φρ. «υπερατλαντικό καλώδιο» τηλεπ.… … Dictionary of Greek
Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… … Dictionary of Greek
υπερατλαντικός — ή, ό 1. αυτός που έχει σχέση με το διάπλου του Ατλαντικού ωκεανού: Υπερατλαντικό δρομολόγιο. 2. αυτός που βρίσκεται στην άλλη μεριά του Ατλαντικού ωκεανού, στην αμερικανική ήπειρο: Υπερατλαντικά κράτη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)